Της Ηλέκτρας Κίκη
Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε στη Λαμία, στις 3 Μαΐου, εκδήλωση για τη Γενοκτονία των Ποντίων και την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κερκύρας.
Την εκδήλωση διοργάνωσε ένας από τους μεγαλύτερους ποντιακούς συλλόγους του Νομού Φθιώτιδος με επικεφαλής την ακούραστη δασκάλα κα. Πατσινακίδου σε συνεργασία με την Χριστιανική Εστία της πόλεως.
Εισηγήσεις ανέπτυξαν ο βραβευμένος ιστορικός, από την Ακαδημία Αθηνών, Βλάσης Αγτζίδης για το ποντιακό και ο πρόεδρος της ΣΦΕΒΑ Θεόδωρος Φαλτσέτας για το Βορειοηπειρωτικό. Ο ποντιακός σύλλογος έδωσε την ευκαιρία στο κοινό να προβληθούν δύο μεγάλα εθνικά ζητήματα, τα οποία είναι αλληλένδετα μεταξύ τους. Αποτελούν τις δύο μεγαλύτερες ομάδες, που συγκροτούσαν πραγματικές ελληνικές κοινωνίες, με εσωτερική συνοχή και συγκεκριμένο εδαφικό χώρο.
Ο ιστορικός Βλάσης Αγτζίδης έκανε μία ιστορική αναδρομή του ποντιακού ζητήματος και κατέληξε στο φλέγον θέμα της γενοκτονίας. Με τη γλαφυρότητα που τον διακρίνει τόνισε ότι η γενοκτονία διαπράχθηκε από το Οθωμανικό κράτος μεταξύ 1915-1923 εναντίον των Ελλήνων, Αρμένιων, Ασσυρίων και άλλων μειονοτήτων στη Μικρά Ασία. Έκανε λόγο για το μεγαλύτερο έγκλημα που είχε θύματα άνδρες, γυναίκες και αθώα παιδιά. Με μία μικρή ανακούφιση αναφέρθηκε στο ψήφισμα που ενέκρινε η τοπική βουλή της Πολιτείας της Νότιας Αυστραλίας, ότι η γενοκτονία σε βάρος των Ελλήνων και των άλλων είναι ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα που διαπράχθηκαν ποτέ εις βάρος της ανθρωπότητας, καταδικάζοντας αυτά σαν έσχατες ενέργειες θρησκευτικού ρατσισμού και πολιτισμικής μισαλλοδοξίας.
Ο κ. Αγτζίδης αναφέρθηκε και στο έτος 1937, τότε που κορυφώθηκαν οι διώξεις και θεωρήθηκαν οι ελληνικές κοινότητες « πράκτορες της αστικής Ελλάδας». Χιλιάδες Έλληνες του Πόντου εκτελέστηκαν με την κατηγορία των « Ελλήνων Εθνικιστών» ή πέθαναν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Σιβηρίας. Τα ελληνικά σχολεία έκλεισαν. Η ελληνική γλώσσα και ο πολιτισμός τέθηκαν υπό απαγόρευση. Στη δεκαετία του '40 οι διώξεις παίρνουν τη μορφή της βίαιης μετακίνησης δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων στην κεντρική Ασία.
Ο γνωστός ιστορικός, δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στο Βορειοηπειρωτικό δηλώνοντας ότι η ιστορία είχε οδηγήσει και παλαιότερα τις ελληνικές ομάδες των Ποντίων και των Βορειοηπειρωτών σε συνάντηση. Δεν είναι σπάνιος ο μύθος σε ποντιακά χωριά ότι κάποιος Ηπειρώτης κατέφυγε στα απάτητα βουνά του ιστορικού Πόντου για να ξεφύγει από τους Οθωμανούς δυνάστες.
Στην πρόσφατη ιστορία, τόνισε, οι δύο αυτές ομάδες είχαν προσπαθήσει να αυτοδιατεθούν και να κατοχυρώσουν με συγκεκριμένο πολιτικό τρόπο τα πολιτικά τους δικαιώματα. Η ήττα σφράγισε την Επανάσταση και των δύο αυτών ελληνικών ομάδων. Οι Βορειοηπειρώτες έχασαν τον αυτονομιακό αγώνα και υποχρεώθηκαν να ενταχθούν στο αλβανικό κράτος. Οι Έλληνες του Πόντου ηττήθηκαν λίγο αργότερα από τον τουρκικό εθνικισμό. Η μεγάλη όμως διαφορά είναι ότι οι Πόντιοι εκπατρίστηκαν οριστικά και αμετάκλητα, κάτι που ευτυχώς δε συνέβη με τους Βορειοηπειρώτες.
Παράλληλη ήταν η πορεία των ελληνικών αυτών ομάδων στη Σοβιετική Ένωση και στην κομμουνιστική Αλβανία. Από το Νοέμβριο του 1944 οι Βορειοηπειρώτες αναγκάστηκαν να υποστούν το καθεστώς του Ενβέρ Χότζα. Άρχισε κύμα διωγμών κατά των Ελλήνων που θεωρήθηκαν αστοί ή αυτών που αντιτάχθηκαν στο ολοκληρωτικό καθεστώς. Εκατοντάδες ήταν οι εκτελεσμένοι από το καθεστώς και χιλιάδες οι πολιτικοί κρατούμενοι. Το καθεστώς προσπάθησε να πειθαναγκάσει τις ελληνικές κοινότητες και μέσα από ένα απόλυτα υποταγμένο εκπαιδευτικό σύστημα. Το ευτύχημα είναι ότι στις μειονοτικές περιοχές διατηρήθηκε ένα σύστημα ελληνικής εκπαίδευσης, κατέληξε ο γνωστός ιστορικός.
Στη συνέχεια, ο κ. Φαλτσέτας έκανε μία σύντομη ιστορική αναδρομή του Βορειοηπειρωτικού ζητήματος, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο πρωτόκολλο της Κερκύρας και κατέληξε στα πρόσφατα γεγονότα που συγκλονίζουν τη βορειοηπειρωτική κοινότητα. Αναφέρθηκε στην ιστορική σημασία του ομώνυμου πρωτοκόλλου της Κερκύρας που υπεγράφη στις 17 Μαΐου 1914, με το οποίο αναγνωρίζεται η ελληνικότητα της Βορείου Ηπείρου, ονομάζεται η συγκεκριμένη περιοχή Ήπειρος και κατοχυρώνονται όλα τα ουσιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Εν ολίγοις, αναγνωρίζεται η αυτονομία εντός του πλαισίου του αλβανικού κράτους. Ο πρόεδρος εξήρε την σημασία της εφαρμογής του ιστορικού αυτού πρωτοκόλλου σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές.
Με την ομιλία του ξεσήκωσε την κατάμεστη αίθουσα για τα γεγονότα που διαδραματίζονται το τελευταίο χρονικό διάστημα στη Βόρειο Ήπειρο. Αναφέρθηκε στο εκπαιδευτικό σύστημα, στο ιδιοκτησιακό τονίζοντας ότι πρόσφατα το Συμβούλιο Ευρωπαϊκών Εκκλησιών, στο οποίο ανήκουν προτεσταντικές, καθολικές, ορθόδοξες αγγλικανικές εκκλησίες εξέφρασε έντονη ανησυχία επειδή μεγάλο μέρος της περιουσίας που κατασχέθηκε την περίοδο του κομμουνισμού, έπειτα από 18 χρόνια δημοκρατίας ακόμη δεν έχει επιστραφεί στις εκκλησίες και στις θρησκευτικές κοινότητες. Επίσης αναφέρθηκε στην αδιαλλαξία των Αλβανών να ανοίξουν ελληνικά σχολεία όπου υπάρχει αμιγής ελληνικός πληθυσμός, στην απαγόρευση χρήσης της ελληνικής γλώσσας ως δεύτερης επίσημης και στις συνεχείς διώξεις του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού και του προέδρου της «Ομόνοιας» και Δημάρχου Χιμάρας, Βασίλη Μπολάνου.
Τέτοιες ενέργειες μας παραπέμπουν σε συνήθειες του ολοκληρωτικού καθεστώτος, από το οποίο ακόμη και σήμερα δε μπορεί να διαφύγει η Αλβανία. Το ανθελληνικός μένος εκδηλώνεται στον απόλυτο βαθμό του, με την καταδίκη του αγωνιστή Βασίλη Μπολάνου, τόνισε ο πρόεδρος. Το Βορειοηπειρωτικό επιδέχεται τη λύση του και οφείλομαι να ενεργήσουμε με στρατηγική.
Η εκδήλωση, τέλος, έκλεισε με ένα οπτικοακουστικό βίντεο από την προσφορά της ΣΦΕΒΑ στους Βορειοηπειρώτες μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δεν επιτρέπονται νέα σχόλια.