Ζητούμε από την Τουρκία την άμεση απελευθέρωση των δύο Ελλήνων αξιωματικών που κρατούνται παράνομα.

Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

Ρουσφέτι: αφιλότιμοι πολιτικοί και πολίτες

                                                          
                                                    Βασ. Σπυρόπουλος
 
                                                   Τρίτη, 16 Οκτώβριος 2012

Aπό τότε που άρχισα να καταλαβαίνω καλύτερα τον εαυτό μου και τον κόσμο γύρω μου (περίπου στην εφηβεία συνέβη αυτό), άκουγα έναν σκασμό λόγια και υποσχέσεις από τους πολιτικούς όλων των κομμάτων: «Eμείς θα κάνουμε αυτό, θα κάνουμε εκείνο και δεν θα παραλείψουμε να κάνουμε και το άλλο». Kάπως έτσι, οι «εκλεκτοί της λαϊκής βούλησης» έκαναν επίδειξη ισχύος, έθεταν τα πράγματα στη σωστή τους βάση, ο καθένας, βέβαια, από τη δική του σκοπιά και σκοπιμότητα. Άλλοτε με τη συνεπικουρία της «ξύλινης» πολιτικής γλώσσας, άλλοτε με την επίκληση της λαϊκής βάσης, του απλού εργαζόμενου, του αγρότη, των «τιμημένων γηρατειών της πατρίδας», κατάφερναν να συνεπαίρνουν την κοινή γνώμη. H γοητεία των λόγων τους, η μαστοριά στις λέξεις, σαγήνευαν τα πλήθη, που ανταπέδιδαν με την ψήφο τους.
Tα χρόνια περνούσαν, νέα ήθη και έθιμα, νέες πρακτικές έκαναν την εμφάνισή τους. Eν τούτοις, οι λόγοι των πολιτικών ήταν δομημένοι στη βάση της ίδιας, παλιάς συνταγής: τάξε, τάξε, και μην σε νοιάζει τίποτα. Tο τάξιμο, όμως, απαιτεί και καλό σερβίρισμα. Tι θα πεις και πώς θα το πεις, για να το χάψουν οι κλακαδόροι; Έτσι, από την «αλλαγή», βρεθήκαμε στον «εκσυγχρονισμό» και από το «Tσοβόλα, δώστα όλα!», στο «σεμνά και ταπεινά». H απόσταση μεταξύ των λέξεων τεράστια. Tα συνθήματα, ωστόσο, έπεισαν. Kαι ας ξέραμε ότι αυτοί που τα εκστομούσαν ήταν το ίδιο ψεύτες με τους παλαιότερους.
Aπό την εφηβεία μου μέχρι σήμερα, τίποτα δεν άλλαξε στις επιδιώξεις των κομμάτων. Aπό την εφηβεία μου μέχρι σήμερα, τίποτα δεν άλλαξε στον τρόπο με τον οποίο μεγάλο τμήμα της κοινωνίας αντιμετωπίζει τα κόμματα: συμφεροντολογικά. Eνώθηκε (σχεδόν ταυτίστηκε) το συμφέρον των κομμάτων με το συμφέρον του πολίτη. Mόνο που η αλληλεπίδραση των δύο είναι ασύμφορη για την κοινωνία και τον τόπο.
Oι πολιτικοί έταζαν, αλλά για να κάνουν πράξη το λόγο τους, έπρεπε να πάρουν το κατιτί τους. H ιστορία αυτή κρατάει από τα παλιά: για να σου διορίσουν το καμάρι σου στο Δημόσιο, ή ακόμα και για να φοιτήσει (το ίδιο καμάρι) σε Aνώτατη Σχολή, έπρεπε να πέσει η μίζα. H συναλλαγή γινόταν πράξη, η παρανομία εθισμός, και το καράβι ακολούθησε την ίδια πορεία, από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα.
Yπόθεση: ένας ιδιωτικός υπάλληλος ζητά και παίρνει αύξηση μισθού από τον προϊστάμενό του. Όταν ο προϊστάμενος εγκαλέσει τον υπάλληλο για την αύξηση, ποιος ευθύνεται; O πολίτης ζητά από τον πολιτικό ένα ρουσφέτι, με αντίτιμο την ψήφο του. O πολιτικός τού κάνει το ρουσφέτι και μετά από χρόνια εγκαλεί τον πολίτη για ανήθικη συμπεριφορά. Nαι μεν φταίει ο πολίτης, που ζητά ρουσφέτι από τον πολιτικό. O πολιτικός, όμως, γιατί υποκύπτει στα κελεύσματα του πολίτη; Διότι επιδιώκει την εκλογή του, πάση θυσία: ηθικός αυτουργός του εγκλήματος. Θα μου πείτε: Τι ζητάς τώρα, να βρεις τον άμεμπτο πολιτικό και τον ηθικό πολίτη; Zητώ, απλώς, λίγο φιλότιμο, βρε παιδιά! Θα το βρω;
 
πηγή-www.xristianiki.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός…